χειρουργική μάσκα
Görünüm
Yunanca
[değiştir]Köken
[değiştir]- χειρουργικός (cheirourgikós, “cerrahi”) + μάσκα (máska, “maske”).
Söyleniş
[değiştir]Ad
[değiştir]χειρουργική μάσκα (cheirourgikí máska)
- cerrahi maske, ameliyat maskesi
- Eş anlamlılar: ιατρική μάσκα (iatrikí máska)
Çekimleme
[değiştir]χειρουργική μάσκα (cheirourgikí máska) adının çekimi
tekil | çoğul | |
---|---|---|
yalın | χειρουργική μάσκα (cheirourgikí máska) | χειρουργικές μάσκες (cheirourgikés máskes) |
tamlayan | χειρουργικής μάσκας (cheirourgikís máskas) | χειρουργικών μασκών (cheirourgikón maskón) |
belirtme | χειρουργική μάσκα (cheirourgikí máska) | χειρουργικές μάσκες (cheirourgikés máskes) |
seslenme | χειρουργική μάσκα (cheirourgikí máska) | χειρουργικές μάσκες (cheirourgikés máskes) |